(Πηγή: Δημήτρης Λιθοξόου)
Ζαγκορίτσανη / Zagoričani / Загоричани. Μετονομάστηκε Βασιλειάς. Στους οδικούς χάρτες αναγράφεται ως Βασιλειάδα. Στην απογραφή του 2001 ήταν οικισμός του δήμου Αγίων Αναργύρων, του νομού Καστορίας.
Καταγράφεται σε φορολογικά οθωμανικά κατάστιχα, στα τέλη του 15ου αιώνα. Ήταν ένα μεγάλο χριστιανικό χωριό, οι κάτοικοι του οποίου είχαν ως μητρική γλώσσα τη μακεδονική. Πριν το Ίλιντεν τα 2/3 του χωριού είχαν προσχωρήσει στην εξαρχία. Οι κάτοικοί του πρωτοστάτησαν στην αυτονομιστική επανάσταση. Τα αντίποινα των Οθωμανών υπήρξαν σκληρά. Στις 15 Αυγούστου 1903 η Ζαγκορίτσανη κάηκε από το στρατό και αρκετοί χωρικοί σκοτώθηκαν. Στις 25 Μαρτίου 1905 το χωριό δέχτηκε τη μεγαλύτερη επίθεση που πραγματοποίησαν τα ελληνικά σώματα, κατά τη διάρκεια του αντιμακεδονικού αγώνα. Σχεδόν 200 μισθοφόροι, υπό την ηγεσία ελλήνων αξιωματικών, σκότωσαν περισσότερα από πενήντα άτομα (μεταξύ των οποίων υπήρχαν γέροι, γυναίκες και παιδιά) και έκαψαν όσα σπίτια και αποθήκες είχαν απομείνει όρθια από το Ίλιντεν. Τα σώματα αναχώρησαν μόνο όταν πλησίασε ο οθωμανικός στρατός. Η σφαγή στη Ζαγκορίτσανη σκόρπισε φρίκη σε όλη την Ευρώπη και αποκάλυψε τις αληθινές προθέσεις της ελληνικής εμπλοκής στο μακεδονικό ζήτημα.
Το 1912 ζούσαν στη Ζαγκορίτσανη περίπου 2.300 άτομα. Μετανάστες από το χωριό που είχαν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, δήλωσαν στις εκεί αρχές, άλλοι πως είναι εθνικά Μακεδόνες και άλλοι πως είναι εθνικά Βούλγαροι. Με τη συνθήκη της Νεϊγύ μετανάστευσαν πολλές οικογένειες στη Βουλγαρία. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε στα σπίτια τους 32 οικογένειες χριστιανών προσφύγων από τον Πόντο. Το 1928 υπήρχαν στη Ζαγκορίτσανη σχεδόν 700 Μακεδόνες και 100 πρόσφυγες. Το σύνολο των γηγενών κατοίκων της ήταν για τις αρχές ασφαλείας άτομα δεδηλωμένων ανθελληνικών φρονημάτων. Άνθρωποι από τον οικισμό προσχώρησαν στα χρόνια της κατοχής στην Οχράνα και στην Ταξιαρχία του Αιγαίου. Τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, αρκετοί Μακεδόνες του χωριού εντάχθηκαν στις αριστερές οργανώσεις και στο Δημοκρατικό Στρατό. Όσοι από αυτούς δεν σκοτώθηκαν, με το τον τερματισμό των επιχειρήσεων πέρασαν τα σύνορα και ζήτησαν καταφύγιο στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Πηγές
Загоричани / Костурско: 71 οικογένειες, στα τέλη του 15ου αιώνα [Οθωμανικά Αρχεία].
Zagoritzani, χριστιανοί ορθόδοξοι: 2.700 [Synvet 1878].
Ζαγορίτσανη Καστορίας: «Κωμόπολις οικουμένη υπό 2.500 χριστιανών, έχουσα δε εκκλησίαν, τρία σχολεία, ων το εν βουλγαρικόν, βρύσεις και χάνια» [Σχινάς 1886].
Zagoričani (Zagorec) [Αυστριακός Χάρτης].
Загоричани/ Костурска каза, 3.300 χριστιανοί Βούλγαροι [Кънчов 1900].
Ζαγοριτσάνη: «Κωμόπολη με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων. Ήδη πριν το 1903 οι κάτοικοι της Βασιλειάδας ήταν στην πλειοψηφία τους εξαρχικοί (350 εξαρχικές οικογένειες έναντι 130 πατριαρχικών). Στα επόμενα χρόνια τυπικά η επικράτηση της εξαρχικής παράταξης ήταν πλήρης» [Γούναρης].
Zagoritzani, λειτουργία πατριαρχικού και εξαρχικού σχολείου [Χάρτης Κοντογιάννη].
Zagoritchani / Caza de Kostour (Kastoria), χριστιανικός πληθυσμός: 3.144 εξαρχικοί Βούλγαροι, 480 πατριαρχικοί Βούλγαροι και 48 Βλάχοι. Λειτουργία δύο εξαρχικών σχολείων με τρεις δασκάλους και 310 μαθητές και ενός πατριαρχικού με δύο δασκάλους και 35 μαθητές [Brancoff 1905].
Ζαγοριτσάνη, εξαρχικό χωριό προ του οθωμανικού Συντάγματος του 1908 και εξαρχικό μετά [Έγγραφο 4278].
Ζαγορίτσαινα: «Εκ των υπαρχουσών εν αυτή δύο εκκλησιών η μία κατελήφθη υπό των Βουλγάρων τω 1891 η δ' ετέρα τω 1901» [Εκκλησιαστική Αλήθεια 1909].
Ζαγοριτσάνη Καστορίας: «500 ορθόδοξοι Έλληνες υπό την βουλγαρικήν τρομοκρατίαν από του 1903 και 2.500 σχισματικοί βουλγαρίζοντες» [Χαλκιόπουλος 1910].
Ζαγορίτσανη καζά Καστορίας, χριστιανικός οικισμός [Χάρτης Κοντογόνη].
Ζαγοριτσάνη Καστορίας, 2.320 άτομα (1.178 άρρενες και 1.142 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].
Ζαγοριτσάνη Καστορίας, αποτέλεσε ομώνυμη κοινότητα μαζί με τον οικισμό Μπόμπιστα [ΦΕΚ 259 / 21.12.1918].
Загоричани, 300 σπίτια χριστιανών Σλάβων [Милојевић 1920].
Ζαγοριτσάνη Καστορίας, 1.105 άτομα (423 άρρενες και 682 θήλεις) [Απογραφή 1920].
Ρευστοποιήθηκαν 96 περιουσίες κατοίκων που μετανάστευσαν με τις οικογένειές τους στη Βουλγαρία [Μιχαηλίδης].
Ζαγοριτσάνη γραφείου Καστορίας, έγινε μικτός οικισμός γηγενών και προσφύγων. Μέχρι το 1926 εγκαταστάθηκαν 33 προσφυγικές οικογένειες (112 άτομα) [ΕΑΠ].
Ζαγοριτσάνη, ήρθαν 32 οικογένειες προσφύγων από τον Πόντο. Το 1928 διανεμήθηκαν στους πρόσφυγες 34 κλήροι αγροτικής γης έκτασης 1.567 στρεμμάτων [Πελαγίδης].
«Η κοινότης Ζαγοριτσάνης, μετονομάζεται εις κοινότητα Βασιλειάδος και ο ομώνυμος αυτή συνοικισμός Ζαγοριτσάνη εις Βασιλειάς» [ΦΕΚ 156 / 8.8.1928].
Βασιλειάς (Ζαγοριτσάνη) Καστορίας, 735 άτομα (311 άρρενες και 424 θήλεις). Υπήρχαν 72 πρόσφυγες πού ήρθαν μετά το 1922 (39 άρρενες και 33 θήλεις). Ομοδημότες ήταν 713, ετεροδημότες 19 και 3 αλλοδαποί [Απογραφή 1928].
Ζαγοριτσάνη (Βασιλειάς), υπήρχαν 180 ξενόφωνες οικογένειες, όλες δεδηλωμένων σλαυϊκών φρονημάτων [Στατιστική 1932].
Βασιλειάς Καστορίας: Πραγματικός πληθυσμός 1.247 (578 άρρενες και 669 θήλεις) [Απογραφή 1940].
Αριθμός οικοδομών το έτος 1940: 617 [Γρηγορίου].
Загоричани: Οικισμός χριστιανών Μακεδόνων το 1912. Οικισμός χριστιανών Μακεδόνων και προσφύγων Μικρασιατών το 1940. Κατά τον εμφύλιο σκοτώθηκαν 62 κάτοικοι του χωριού. Με τη λήξη των εχθροπραξιών 242 άτομα κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης [Симовски].
Βασιλειάς, 1.136 κάτοικοι, εκ των οποίων 910 ήταν σλαυόφωνοι. Συνείδησις Β. Έδρασαν αντεθνικώς 226. Ευρίσκονται εις Σερβία ή Βουλγαρία 43. Ευρίσκονται εις φυλακή δυνάμει ενταλμάτων 55. Ευρίσκονται εις τας οικίας των ανενόχλητοι 128. Παρατηρήσεις: Έφυγαν 11 το 1941, 4 το 1942, 13 το 1944, 15 το 1945 Αύγουστον [Στατιστική 1945].
Загоричани: Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, κατέφυγαν στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης 174 παιδιά του χωριού και 11 παιδαγωγοί συντοπίτες τους [Мартинова, 52].
Βασιλειάς Καστορίας: 720 κάτοικοι [Απογραφή 1951].
Στις νεότερες απογραφές ο πραγματικός πληθυσμός του οικισμού ήταν --> 1961: 754, 1971: 479, 1981: 502, 1991: 458, 2001: 432.
Υψόμετρο 820 [Λεξικό ΕΣΥΕ].
1903-1908
Σημείωση: Τα στοιχεία για τη σφαγή των κατοίκων του χωριού από τα ελληνικά σώματα, στις 25 Μαρτίου 1905, λόγω της σημασίας του γεγονότος και του μεγέθους των αποσπασμάτων, δίνονται χωριστά.
Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα για την πολιτικοθρησκευτική κατάσταση που επικρατούσε στη Ζαγκορίτσανη υπάρχει στα απομνημονεύματα του μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη: «Τα Χριστούγεννα του 1901 πήγα στη Ζαγορίτσανη. Εκεί είχαμε δυο παπάδες δικούς μας, ένα δάσκαλο και μερικούς άλλους, μα όλοι ήταν τρομοκρατημένοι. Φιλοξενήθηκα στο σπίτι του παπά Γιώργη και τα μεσάνυχτα θα κάναμε τη λειτουργία. Γράφω στους Βουλγάρους να μου στείλουν τα κλειδιά της εκκλησίας. Μου γράφουν "Πρώτα θα λειτουργήσωμε εμείς και ύστερα σεις". Τους απαντώ "Πρώτα εγώ και ύστερα σεις". Ήταν εκεί και ο Τσακαλάρωφ με το σώμα του και ο Μήτρος Βλάχος. Εξήντα άντρες και χώρια οι χωρικοί. "Θα σπάσω" τους λέω "την πόρτα να μπω μέσα". Ακόμα τότε δεν είχαν αποφασίσει να με σκοτώσουν. Ήταν ο πρώτος χρόνος που είχα πάει. Μου στέλνουν λοιπόν επιτροπή από το χωριό να με πείση ότι είναι καλύτερα να λειτουργήσουν αυτοί πρώτα. "Όχι" τους απαντώ "η εκκλησία έγινε με Ελληνικό φιρμάνι από το Ελληνικό Πατριαρχείο και εγώ είμαι αρχιερεύς. Λοιπόν πρώτος θα λειτουργήσω". Τότε σηκώθηκαν και έφυγαν χωρίς να μου δώσουν τα κλειδιά. "Εμίν" φωνάζω στον καβάση μου "πήγαινε στον καϊμακάμη, να πης να μας στείλη στρατό". Αυτοί τάκουσαν και μου στείλαν τα κλειδιά. Έτσι μεσάνυχτα πήγα συνοδευόμενος από δυο δικούς μας ανθρώπους, με το ρεβόλβερ στο χέρι, και ο Εμίν με το γκρα. Κάθε φορά που είχαμε να στρίψωμε στο δρόμο, στη στροφή ο Εμίν γύριζε το γκρα κατά πάνω έτοιμος, σημαδεύοντας. Στην εκκλησία έβαλα το ρεβόλβερ μου στην πέτσινη θήκη του και ξέχασα μάλιστα, θυμούμαι, τον πετεινό σηκωμένο. Μα ευτυχώς δεν συνέβη δυστύχημα. Πίσω από το θρόνο ήταν ένας δικός μας που στάθηκε όλη την ώρα με το πιστόλι στο χέρι. Έτσι λειτούργησα και φθάσαμε στα Άγια. Τότε όμως ήρθαν οι Βούλγαροι κι άρχισαν να φωνάζουν "Γρήγορα, οι Γραικομάνοι να τελειώσουν". Εγώ όμως λειτούργησα, έδωσα αντίδωρο κι έτσι φύγαμε. Άμα φτάσαμε στο σπίτι ο παπά-Γιώργης έκανε το σταυρό του. "Όλοι οι κακούργοι ήταν εδώ" είπε. Η πρώτη λειτουργία στη Ζαγορίτσανη αλήθεια άγρια. Μα έτσι επιβλήθηκα» [Καραβαγγέλης, 11-12].
Το Φεβρουάριο του 1903, συλλαμβάνονται από στρατιωτικό απόσπασμα στο Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων, που βρίσκεται κοντά στη Ζαγκορίτσανη, στα δυτικά, τρεις άντρες της τσέτας του Τσέτχου, νοσηλευόμενοι εκεί με τραύματα, καθώς επίσης ο ηγούμενος Καλλίνικος. Μετά από έρευνα, βρέθηκαν στο μοναστήρι πολλά πολεμοφόδια [ΕΜΠΡΟΣ, 24.2.1903, σ. 3].
Στις 11 Μαρτίου 1903 γίνεται γνωστό πως «εν Ζαγοριτσάνη εδολοφονήθη τη 9η Μαρτίου εις των θερμοτέρων οπαδών της ορθοδοξίας Κόλες υπό του υιού του Σπύρου, κατ' ειδήσεις της Νομαρχίας» [Δραγούμης, 40].
Στις 17 Ιουνίου 1903 βρέθηκε απαγχονισμένος έξω από τη Ζαγκορίτσανη ο εξαρχικός Γ. Σπάθης. Στο λαιμό του υπήρχε κρεμασμένη επιγραφή που έλεγε ότι σκοτώθηκε από τον οπλαρχηγό Ανδρέου, γιατί παράδωσε το όπλο του στο στρατό [Δραγούμης, 152, 156].
Οι κάτοικοι της Ζαγκορίτσανης συμμετείχαν μαζικά στην επανάσταση του Ίλιντεν. Προχωρώντας σε αντίποινα εναντίον του χωριού, ο οθωμανικός στρατός έκαψε όλα τα σπίτια του [Documents and Materials].
Η πράξη αυτή σημειώθηκε στις 15 Αυγούστου 1903. Σύμφωνα με το Силянов το ασκέρι έκαψε 630 σπίτια και 30 παιδιά που βρέθηκαν μέσα σε αυτά [Силянов Α, 422].
Κατά ανέκδοτες μαρτυρίες, προερχόμενες από κατοίκους του ίδιου του χωριού, οι Οθωμανοί σκότωσαν τότε τους: Никола Шоклев 60 ετών, Дине Манонва 67 ετών, Стерјо Которенец 58 ετών, Ване Лефков 60 ετών,Јованица Лефкова 57 ετών, Васил Поп Димитров 80 ετών, Умче Лјаковкин 65 ετών, Калја Гитрова 60 ετών, Умче Пишмаров 70 ετών,Умче Пишмаров 88 ετών, Фроса Кирова 38 ετών, Гина Калкатранова 50ετών, Насе Чулев 75 ετών, Вангел Шпатов 68 ετών, Типо Џожев 75 ετών,Гиле Цимуга 85 ετών [Selo Zagoričani].
Σχολιάζοντας το γεγονός ο μητροπολίτης Καραβαγγέλης γράφει ικανοποιημένος σε επιστολή του: «Την επαύριον ο στρατός μετά μεγάλης ευσυνειδησίας κατελθών εις Ζαγοριτσάνην επυρπόλησεν αυτήν» [Δραγούμης, 601].
Στις 29 Αυγούστου 1903, ο μισθοφόρος του μητροπολίτη Καραβαγγέλη και των Οθωμανών Βαγγέλης Στρεμπενιώτης, πηγαίνει στο Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων και φέρνει στην Κλεισούρα «τους ιερείς και προκρίτους σχισματικούς της Ζαγοριτσάνης, οίτινες εζήτησαν συγγνώμην από του Αρχιερέως υποσχεθέντες ότι θα είναι στο εξής πιστοί εις την ορθοδοξίαν» [Δραγούμης, 272].
Θυμάται σχετικά ο δεσπότης: «Κι άλλοι πάλι, Βούλγαροι αυτοί, μου γράφουν μαζί με δικούς μας από ένα μοναστήρι πάνω από τη Ζαγορίτσανη, των Αγίων Αναργύρων, και με ικετεύουν. "Σώσε μας". Τότε βρήκα ευκαιρία και τους έβαλα και μου κάναν αναφορές ότι επιστρέφουν στην ορθοδοξία και ανήκουν πια στο Πατριαρχείο» [Καραβαγγέλης, 23-24].
Το Σεπτέμβριο του 1903, ο Δραγούμης σημειώνει δύο διαφορετικές παραδόσεις όπλων στις οθωμανικές αρχές, από κατοίκους του χωριού Ζαγκορίτσανη [Δραγούμης, 274, 288].
Εκείνες τις μέρες συλλαμβάνεται από το στρατό και φυλακίζεται η δασκάλα στη Ζαγκορίτσανη Μασλίνα, «η σημαιοφόρος του Τσακαλάρωφ» [Δραγούμης, 621].
Στις 9 Ιανουαρίου 1904 τσέτα σκοτώνει τέσσερις γυναίκες, «επί τω λόγω ότι παρά τας περί του εναντίου διαταγάς του Κομιτάτου κατώκησαν εν παραπηγήμασιν εν Ζαγοριτσάνην» [Δραγούμης, 424 και Προξενείο Μοναστηρίου, έγγραφο 55, 15.1.1904].
Προκειμένου να αποκτήσει την προστασία των μεγάλων δυνάμεων, «ολόκληρον (!) το χωρίον Ζαγορίτσανη», στις 12 Ιανουαρίου 1904 υποβάλει προς τον Καϊμακάμη Καστοριάς αναφορά για να ασπασθεί τον καθολικισμό [Δραγούμης, 420].
Πριν και μετά το Ίλιντεν, σκοτώθηκαν οι εξής τσέτες καταγόμενοι από τη Ζαγκορίτσανη: Кузе Стефов, Петре Погончев, Кузо Погончев, Дине Џунзуров, Коле Гранчаров, Томе Новачков, Коле Качев, Гугулј Томев, Илија Шиплев [Selo Zagoričani].
Στις 23 Φεβρουαρίου 1905, ελληνική ομάδα σκοτώνει κοντά στη Μπόμπιστα πέντε εξαρχικούς, δύο εκ των οποίων ήταν από τη Ζαγκορίτσανη [Προξενείο Μοναστηρίου, έγγραφο 200, 23.2.1905].
Μετά τη σφαγής της 25ης Μαρτίου 1905, εγκαθίσταται στο χωρίο για προστασία των κατοίκων, ισχυρό στρατιωτικό απόσπασμα [ΔΙΣ, 220, 249. Βάρδας Α, 197 και Β, 895].
Τον Ιούνιο του 1905, σύμφωνα με την εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, ελληνικό σώμα αιχμαλώτισε στο Βίτσι 17 άτομα. Μεταξύ τους υπήρχαν και χωρικοί από τη Ζαγκορίτσανη. Από αυτούς ελευθερώθηκαν οι δέκα και οι υπόλοιποι φονεύθηκαν [ΕΜΠΡΟΣ 22.6.1905, σ. 4].
Στις 8 Οκτωβρίου 1906 ο μητροπολίτης Καραβαγγέλης, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Κώστας, μεταξύ άλλων γράφει από την Καστοριά, σε επιστολή του προς τον έλληνα αρχηγό Τσόντο-Βάρδα: «Εδώ η εργασία βαδίζει καλώς. Κατ' αυτάς εφονεύθησαν υπό των οργάνων μας, εις δάσκαλος και μία διδασκάλισσα καθ' οδόν εκ Ζαγοριτσάνης» [Βάρδας Β, 264].
Στις 2 Νοεμβρίου 1906 μέλος του εκτελεστικού της ελληνικής οργάνωσης Κλεισούρας, έστησε ενέδρα έξω από τη Ζαγκορίτσανη και πυροβόλησε ανεπιτυχώς κατά του κατοίκου της αυτονομιστή Κούζου Καλογιάννη, μυλωνά στο επάγγελμα [Προξενείο Μοναστηρίου, έγγραφο 832, 11.12.1906].
Στις 20 Απριλίου 1907 δολοφονείται, κοντά στην Όλιστα, ένας εξαρχικός βοσκός από τη Ζαγκορίτσανη, φιλικά προσκείμενος στους κομίτες. Σύμφωνα με την είδηση, «οι φονεύσαντες αυτόν διήρπασαν και 20 πρόβατα εκ του ποιμνίου του» [ΕΜΠΡΟΣ, 4.5.1907, σ. 4].
Λίγες μέρες αργότερα, ο εξαρχικός και αυτονομιστής Βασίλης Χατζή Μορέας, «επιστρέφων εκ της ενταύθα αγοράς εις την πατρίδα του Ζαγοριτσάνην, εφονεύθη καθ' οδόν» [ΕΜΠΡΟΣ, 4.5.1907, σ. 4].
Στα τέλη Νοεμβρίου 1907, διαβάζουμε στο ΕΜΠΡΟΣ πως «η εκ του χωρίου Ζαγοριτσάνης Αναστασία διαμένουσα από καιρού εις Καστορίαν ένεκα φόβου, εξαπατηθείσα και μεταβάσα εις Ζαγορίτσανην, εφονεύθη προχθές εκεί» [ΕΜΠΡΟΣ, 28.11.1907, σ. 3].
Στις 30 Αυγούστου 1907, η καλογριά της μονής των Αγίων Αναργύρων επισκέπτεται το Βάρδα. Στη συζήτηση του που έχουν, μεταξύ άλλων του λέει, ότι ανάμεσα στους φονευμένους που άφησαν πίσω τους οι Έλληνες κατά την επίθεση στη Ζαγκορίτσανη, στις 25 Μαρτίου 1905, υπήρχαν πολλοί πατριαρχικοί: «Πολλοί εκ των φονευθέντων προ 2 ετών εν Ζαγοριτσάνη ήσαν ημέτεροι». Ο Βάρδας σημειώνει στο ημερολόγιό του: «Όλα ταύτα παράδοξα και πιθανά» [Βάρδας Β, 893].
Μετά την ανακήρυξη του συντάγματος, τον Ιούλιο του 1908, και τη γενική αμνηστεία, το σώμα του Καραβίτη συναντιέται τυχαία κοντά στο Μάκοβο με μια τσέτα. Τη συνάντηση περιγράφει ο έλληνας οπλαρχηγός:
«Διοικητής τους είναι ο βοεβόδας Κόλεφ από τη Ζαγοριτσάνη. Γνωρίζει καλή την ελληνική και ελληνικά μας χαιρετά. Εκτός από τα ελληνικά του, ο Κόλεφ έχει φάτσα καθαρώς ελληνική, χρώμα σιτόχρουν με πυκνά, μαύρα, κατσαρά γένια, λες και κατάγεται από τη Λάγκα της Μάνης ή από το χωριό μου.
- Μωρέ, συ φαίνεσαι σαν έλληνας, του λέγω.
- Έχει γούστο να με βγάλετε για έλληνα τώρα στο τέλος.
- Έτσι φαίνεσαι τουλάχιστον. Από που είσαι;
- Από τη Ζαγοριτσάνη.
- Και τα ελληνικά που τα έμαθες
- Τα ελληνικά... εγώ δίδασκα ελληνικά. Δεν έχεις ακούσει το "και Χότζα έγινες Δεσπότης»; Έτσι το έφερε η κατάρα» [Καραβίτης, 812-813].
Σφαγή 1905 - ΣΚΡΙΠ
«ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΟΜΑΚΕΔΟΝΩΝ - ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΑΠ ΕΥΘΕΙΑΣ ΕΚ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΟΥ ΜΑΣ
ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ 29 Μαρτίου. Εσπερινά τηλεγραφήματα μεταδίδουσι την είδησιν ότι Ελληνομακεδονικόν ισχυρόν σώμα, ίνα τιμωρήση προδοσίας και πολλάς δολοφονίας διαπραχθείσας υπό των κατοίκων του βουλγαρικού χωρίου Τσόγκοριτς (sic) επέδραμε κατ' αυτού και το κατέστρεψε τελείως.
Αι οικίαι του χωρίου πυρπολήθησαν εκ των κατοίκων δε Βουλγάρων μεθ' ων οι Ελληνομακεδόνες συνήψαν λυσσώδη συμπλοκήν εφονεύθησαν εκατόν περίπου. Οι πρόξενοι και ο Τούρκος Καϊμακάμης ανεχώρησαν εκ Μοναστηρίου μεταβαίνοντες επί τόπου. Μ.Χ.» [ΣΚΡΙΠ 30.3.1905, σ. 3].
«Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗΝ. ΕΝΕΡΓΕΙΑΙ ΑΝΑΚΡΙΣΕΩΝ - ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΑΠ' ΕΥΘΕΙΑΣ ΕΚ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΗ ΜΑΣ
ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ, 31 Μαρτίου. Αι Τουρκικαί αρχαί επελήφθησαν τακτικών ανακρίσεων εις το χωρίον Ζαγοριτσάνη, εις το οποίον συνέβη προχθές η αιματηροτάτη μεταξύ Βουλγάρων και Ελληνομακεδόνων συμπλοκή καθ' ην οι πρώτοι υπέστησαν πανωλεθρίαν, ίνα ανεύρουν τα αίτια τα προκαλέσαντα αυτήν. Τας ανακρίσεις παρακολουθούν και οι Πρόξενοι των Δυνάμεων μετ' ενδιαφέροντος. Μ.Χ.» [ΣΚΡΙΠ 1.4.1905, σ. 3].
«ΤΙ ΑΠΕΔΕΙΧΘΗ ΕΚ ΤΩΝ ΑΝΑΚΡΙΣΕΩΝ. ΠΟΣΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ ΕΦΟΝΕΥΘΗΣΑΝ - ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΑΠ' ΕΥΘΕΙΑΣ ΕΚ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΟΥ ΜΑΣ
ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ, 31 Μαρτίου. Εκ των ανακρίσεων τούτων προέκυψεν ότι το Ελληνομακεδονικόν σώμα το οποίον εισέβαλεν εις Ζαγορίτσανην απετελείτο εκ 200 ανδρών, και ότι εφονεύθησαν 60 Βούλγαροι και ετραυματίσθησαν 7, εκάησαν δε και 10 οικίαι. Μ. Χ.» [ΣΚΡΙΠ 1.4.1905, σ. 3].
«ΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ ΚΑΙ ΑΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΤΩΝ ΔΙΑ ΤΑ ΕΝ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗ - ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΑΠ ΕΥΘΕΙΑΣ ΕΚ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ
ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ, 1 Απριλίου. Μόλις εγνώσθη εις την Σόφιαν η καταστροφή υπό Μακεδονικού σώματος των εν Μοναστηρίου Βουλγάρων ληστών μέγας εξεδηλώθη παρά τοις Βουλγάροις ερεθισμός κατά των Ελλήνων.
Αι εφημερίδες της βουλγαρικής πρωτευούσης εξεδόθησαν φέρουσαι πένθος διά την συμφοράν την οποίαν υπέστησαν οι λησταί, γράφουσι δε πάσαι άρθρα σφοδρότατα κατά των Ελλήνων συνιστώσαι την εξόντωσιν της Ελληνικής φυλής ολοκλήρου. Μ. Χ.» [ΣΚΡΙΠ 2.4.1905, σ. 3].
«ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗΝ
ΚΕΡΚΥΡΑ, 2 Απριλίου (Τηλεγράφημα του ΣΚΡΙΠ). Εκ Κωνσταντινουπόλεως βεβαιούται, ότι πολυάριθμον ελληνικόν σώμα επετέθη και επυρπόλησε το χωρίον Ζαγοριτσάνην πλησίον της Βλαχοκλεισούρας. Κατόπιν της συγκρούσεως του ελληνικού σώματος προς Βουλγαρικήν συμμορίαν, οι Έλληνες νικήσαντες, επυρπόλησαν το χωρίον, εφόνευσαν δε 37 Βουλγάρους και ηχμαλώτισαν 60» [ΣΚΡΙΠ 3.4.1905, σ. 4].
«ΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΙ ΤΟΥ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟΥ
ΛΟΝΔΙΝΟΝ, 2 Απριλίου (Αθηναϊκόν Πρακτορείον). Αγγέλουσιν εκ Σόφιας, ότι η καταστροφή της Βουλγαρικής συμμορίας υπό των Ελλήνων εν Ζαγοριτσάνη, προυξένησεν αμέτρητον συγκίνησιν εις τον βουλγαρικόν λαόν. Τινές μάλιστα εφημερίδες φθάνουσι μέχρι του να συμβουλεύωσι βιαιοπραγίας κατά των Ελλήνων, των κατοικούντων την Βουλγαρίαν» [ΣΚΡΙΠ 3.4.1905, σ. 4].
«Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗΣ ΣΩΜΑΤΟΣ
ΒΟΛΟΣ, 6 Απριλίου (τηλεγραφικώς, του ανταποκριτού μας). Αρχηγός του Μακεδονικού σώματοςτου καταστρέψαντος τους Βουλγάρους της Ζαγοριτσάνης ήτο ο Στέφανος Μάλλιος. Το χωρίον εκυριεύθη υπό των Μακεδόνων μετά πεντάωρον συμπλοκήν, καθ' ην 120 Βούλγαροι εφονεύθησαν και 50 οικίαι της Ζαγοριτσάνης επυρπολήθησαν. Μακεδόνες επληγώθησαν έξ.
Ολίγον ύστερον προσέβαλον τους Μακεδόνας δύο λόχοι Τουρκικού στρατού αλλ' αποκρουσθέντες υπεχώρησαν εις Κλεισούραν» [ΣΚΡΙΠ 7.4.1905, σ. 4].
«ΕΚΘΕΣΙΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΑ ΤΑ ΕΝ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗ - ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΑΠ' ΕΥΘΕΙΑΣ ΕΚ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ
ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ, 6 Απριλίου. Την ευμενή έκθεσιν διά τους Ελληνομακεδόνας τους επιτεθέντας κατά της Ζαγοριτσάνης, την οποίαν εδημοσίευσεν η εφημερίς "Ταχυδρόμος" διαψεύδει σήμερον το βιενναίον Πρακτορείον ισχυριζόμενον ότι αι εκθέσεις των ενεργησασών επιτοπίως ανακρίσεις αρχών είνε κατά των επιτεθέντων Ελληνομακεδόνων. Μ. Χ.» [ΣΚΡΙΠ 7.4.1905, σ. 4].
«Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΥΜΜΟΡΙΩΝ - ΤΙ ΓΡΑΦΕΙ Ο ΗΜΙΕΠΙΣΗΜΟΣ "ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ"
ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ, 6 Απριλίου (Του συντάκτου του "ΣΚΡΙΠ"). Τα συμβάντα της Ζαγοριτσάνης εις την Μακεδονίαν εξακολουθούν ακόμη να εκτίθενται εις τον ξένον τύπον. Φυσικόν ήτο οι Βούλγαροι να εκμεταλλευθούν ταύτα όπως εξεγείρουν την φιλευσπλαχνίαν του ευρωπαϊκού πληθυσμού προς την οποίαν δεν απέβλεψαν μέχρι τούδε κακουργούντες κατά των Ελλήνων Μακεδόνων. Ούτω διαφοροτρόπως εξετέθησαν αυτάς τας ημέρας τα γεγονότα της Ζαγοριτσάνης, ιδίως εις τα διάφορα Βιενναία φύλλα όσα την έμπνευσιν των έχουν από Βουλγαρικάς πηγάς. Ευτυχώς ευρέθη και μερίς του Γερμανικού τύπου, η οποία διετύπωσεν αμερολήπτως τα συμβάντα ταύτα, μεταξύ αυτής δε συγκαταλέγεται και ο ημιεπίσημος "Ταχυδρόμος" του Βερολίνου...
Εις άλλην στήλην η αυτή εφημερίς δημοσιεύει και την εξής εκ Θεσσαλονίκης αναταπόκρισιν συμπληρωματικήν της ακριβούς αφηγήσεως των συμβάντων εις Ζαγορίτσαναν. Κατά τας γενομένας, λοιπόν, ανακρίσεις εξηκριβώθη, ότι η υπό τον Βάρδαν Ελληνική συμμορία ήτο εκτάκτως ισχυρά, ανερχομένων των μελών της εις 250-350. Εν μέρος της συμμορίας περιεκύκλωσε την εκκλησίαν της Ζαγοριτσάνης και μετά το τέλος της λειτουργίας συνέλαβεν εκ των εκκλησιαζομένων 60 άνδρας, καθ' υπόδειξιν του αρχηγού της συμμορίας Βάρδα.
Οι εισβαλόντες Έλληνες εις το χωρίον έγιναν δεκτοί με πυροβολισμούς και βόμβας, τας οποίας έρριπτον οι Βούλγαροι, κομιτατζήδες μάλιστα, από τα παράθυρα των οικιών. Τούτου ένεκα οι Ελληνομακεδόνες υπεχώρησαν εις τα περί το χωρίον υψώματα και επυροβόλουν καθ' όλων των οικιών. Εις εν κτίριον συνεκεντρώθη μέγας αριθμός κομιτατζήδων και έρριπτον βόμβας άνευ όμως αποτελέσματος. Τέλος ανετινάχθη εις τον αέρα το κτίριον τούτο εξ αναφλέξεως των βομβών και κατέθαψε υπό τα ερείπιά του 4 γυναίκας και 2 παιδία. Εν όλω εφονεύθησαν 60 κομιτατζήδες, αλλά λέγεται, ότι και άλλοι 110 ακόμη εύρον τον θάνατον. Από τους 60 Βουλγάρους αιχμαλώτους οι 27 απελύθησαν, οι άλλοι 33 λέγεται, ότι εφονεύθησαν υπό τριών Κρητών, μελών της ελληνικής συμμορίας, οι ποίοι εξεδικήθηκαν τον φόνον του αδελφού του Βάρδα, συμβάντα υπό του Τσακαράλωφφ (sic) κατά την έκρηξιν του ανταρτικού κινήματος το 1903. Μεγάλην έκπληξινεπροξένησαν τα γεγονότα ταύτα της Ζαγοριτσάνης και επίκειται φόβος επαναλήψεως ομοίων πράξεων, ενώ άλλοι δυνάμενοι να κρίνουν βεβαιούν, ότι η ενέργεια των κομιτατζήδων θα περιορισθή εις την περιφέρειαν της Καστορίας. Κατά διαταγή του Γενικού Επιθεωρητού επίκειται αποστολή στρατευμάτων εις την περιφέρειαν ταύτην, αφ' ενός μεν προς πρόληψιν νέων ταραχών, αφ' ετέρου δε κατά ιδιαιτέραν σύστασιν των ξένων αντιπροσώπων» [ΣΚΡΙΠ 13.4.1905, σ. 1].
Σφαγή 1905 - ΕΜΠΡΟΣ
«100 ΚΟΜΙΤΑΤΖΗΔΕΣ ΦΟΝΕΥΟΜΕΝΟΙ ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ - ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΝ ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΤΟΥ ΕΜΠΡΟΣ - ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΟΥ ΜΑΣ
Βιέννη, Τετάρτη πρωία. Εις τας ενταύθα εφημερίδας δημοσιεύονται μακρά τηλεγραφήματα εκ Θεσσαλονίκης και Κωνσταντινουπόλεως περί νέας καταστροφής ην επήνεγκεν εις μεγάλην βουλγαρικήν συμμορίαν εν ελληνομακεδονικόν σώμα.
Το μακεδονικόν τούτο σώμα ούτινος δεν αναφέρεται ο αρχηγός εισέβαλεν εις το χωρίον Ζαγορίτσανην πλησίον της Καστορίας και έκαυσεν εν μέρος αυτού εις το οποίον είχον καταλύσει βούλγαροι λησταντάρται πλείστας διαπράξαντες δολοφονίας εναντίον αόπλων χριστιανών
Το Ελληνικόν τούτο σώμα συνεπλάκη ακολούθως μετά των ληστανταρτών ενισχυθέντων διά πολλών ακόμη κομιτατζήδων.
Η συμπλοκή εξηκολούθησεν επί πολλάς ώρας, κατ' αυτήν δε εφονεύθησαν περί τους εκατόν βούλγαροι δολοφόνοι.
Το γεγονός τούτο ανεπτέρωσε το φρόνημα και τας ελπίδας των Μακεδονικών πληθυσμών. Δ. Κ.» [ΕΜΠΡΟΣ, 30.3.1905, σ. 4].
«Η ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗΝ - ΟΙ ΠΡΟΞΕΝΟΙ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ
Βιέννη, Πέμπτη πρωία. Καθά αναγγέλεται τηλεγραφικώς εκ Μοναστηρίου οι αυτόθι πρόξενοι των Δυνάμεων αναχωρήσαντες έφθασαν εις Ζαγορίτσανην, ένθα ενεργούσιν ανακρίσεις περί της γενομένης αυτόθι συμπλοκής μεταξύ Ελληνομακεδονικού σώματος και ληστρικής βουλγαρικής συμμορίας, ως και προς εξακρίβωσιν του αριθμού των φονευθέντων Βουλγάρων. Περί ζημιών του Ελληνομακεδονικού σώματος ουδεμία πληροφορία υπάρχει. Δ. Κ.» [ΕΜΠΡΟΣ, 31.3.1905, σ. 4].
«Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ - ΑΙ ΝΕΩΤΕΡΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΙ - ΠΟΣΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ ΕΦΟΝΕΥΘΗΣΑΝ
Ιδιωτικαί πληροφορίαι ληφθείσαι χθες εκ Θεσσαλονίκης αναφέρουσι τας εξής λεπτομερείας περί της μεγάλης συμπλοκής, ήτις εγένετο εις το σχισματικόν χωρίον Ζαγορίτσαινη μεταξύ Ελληνομακεδονικού σώματος και Βουλγαρικής συμμορίας, της οποίας τα αποτελέσματα μας ετηλεγράφησε χθες ο εν Βιέννη συντάκτης μας.
Εντός του χωρίου τούτου είχε καταφύγει πολυάριθμος βουλγαρική συμμορία καταδιωκόμενη υπό των τουρκικών αποσπασμάτων. Πληροφορηθέν τούτο Ελληνομακεδονικόν σώμα έσπευσεν εις την Ζαγορίτσανην και επολιόρκησε το χωρίον εξ όλων των σημείων, καλέσαν συγχρόνως και τους κομιτατζήδες να παραδοθώσιν.
Ούτοι όμως ελπίζοντες ότι θα διέφευγον κατόπιν μικρών διαπραγματεύσεων ωχυρώθησαν εντός των οικιών και ήρχισαν να πυροβολούν κατά των ανδρών του ελληνομακεδονικού σώματος. Επηκολούθησε τότε λυσσώδης συμπλοκή, κατά την οποίαν οι άνδρες του Ελληνομακεδονικού σώματος διά να εξοντώσουν το ταχύτερον τους Βουλγάρους δολοφόνους έθεσαν πυρ εις τας οικίας εντός των οπίων ούτοι είχον οχυρωθή
Τα αποτελέσματα της λυσσαλέας ταύτης συμπλοκής υπήρξαν ολέθρια διά τους Βουλγάρους. Εκατόν ογδοήκοντα εξ αυτών κατά τας ανωτέρω ιδιωτικάς πληροφορίας εφονεύθησαν είκοσι δε οικίαι απετεφρώθησαν. Κατ' άλλην έκδοσιν οι φονευθέντες Βούλγαροι ανέρχονται εις τριακοσίους, ο αριθμός όμως ούτος φαίνεται υπερβολικός.
Βούλγαροι τινές χωρικοί ελθόντες χθες ενταύθα εκ Μοναστηρίου αφηγούνται ότι εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν του Σόροβιτς συνήντησαν τον νομάρχην Μοναστηρίου και τους προξένους των Δυνάμεων, οίτινες μετέβαινον εις Ζαγορίτσινην προς ενέργειαν ανακρίσεων. Καθώς επληροφορήθησαν οι Βούλγαροι ούτοι χωρικοί, οι φονευθέντες κομιτατζήδες ανέρχονται εις 170 η δε κατ' αυτών επίθεσις εγένετο εκ μέρους των Ελλήνων Μακεδόνων προς εκδίκησιν διά την αποτέφρωσιν υπό της εξοντωθείσης συμμορίας των ελληνικών μονών Τσερελόβου και Αγίων Αναργύρων» [ΕΜΠΡΟΣ, 31.3.1905, σ. 3].
«Η ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗΣ - Η ΕΚΘΕΣΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΞΕΝΩΝ - ΠΟΣΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΦΟΝΕΥΘΕΝΤΕΣ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ
Βιέννη, Παρασκευή πρωία. Κατά σημερινά εκ Μοναστηρίου τηλεγραφήματα επανήλθον αυτόθι οι πρόξενοι των Μ. Δυνάμεων οι μεταβάντες εις Ζαγοριτσάνην προ; ενέργειαν ανακρίσεων διά την γενομένην συμπλοκήν μεταξύ Βουλγαρικής συμμορίας και Ελληνομακεδονικού σώματος.
Οι πρόξενοι ούτοι διά των υποβληθεισών εις τας κυβερνήσεις των εκθέσεις βεβαιούσι την συμπλοκήν και αναβιβάζουσι τα θύματα εις εβδομήκοντα νεκρούς και ένδεκα τραυματίας μεταφερθέντας προς νοσηλείαν εις Καστορίαν. Δ. Κ.» [ΕΜΠΡΟΣ, 1.4.1905, σ. 4].
«ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ
Βιέννη, Παρασκευή πρωία. Τηλεγραφούσιν εκ Σόφιας ότι ο βουλγαρικός τύπος μετά την αναγγελία της συμπλοκής της Ζαγορίτσανης επιτίθεται δριμύτατα εναντίον της Ελλάδος και των ελληνομακεδονικών σωμάτων.
Επίσης επιτίθενται και εναντίον της Τουρκίας ως μη δυναμένη να παγιώση την τάξιν εν Μακεδονία και να προστατεύση τους... Βουλγάρους. Δ. Κ.» [ΕΜΠΡΟΣ, 1.4.1905, σ. 4].
«Η ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗΣ ΚΑΙ ΑΙ "ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑΙ ΠΗΓΑΙ"
Βιέννη, Πέμπτη πρωία. Το ενταύθα "Γραφείον των Τηλεγραφικών Ανταποκρίσεων" διά σημερινού τηλεγραφήματός του διαψεύδει πάντα τα αναμφισβήτητα γεγονότα τα σχετιζόμενα προς την γενομένην εν Ζαγοριτσάνη συμπλοκή μεταξύ του ελληνομακεδονικού σώματος και της βουλγαρικής συμμορίας, ήτις εδολοφόνησεν Έλληνας ιερείς και επυρπόλησεν ελληνικάς μονάς.
Το εν λόγω Πρακτορείον βεβαιοί ότι εν Ζαγορίτσανη ουδεμία συμπλοκή εγένετο και ότι το ελληνικόν σώμα διέπραξε απλώς σφαγάς αθώων και αόπλων χωρικών.
Η είδησις αύτη εντελώς αντίθετος και προς αυτάς ακόμη τας εκθέσεις των μεταβάντων επί τόπου προξένων βέβαιον είνε ότι προέρχεται εκ βουλγαρικής πηγής Δ. Κ.» [ΕΜΠΡΟΣ, 7.4.1905, σ. 4].
«Η ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗΣ - ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΝ ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΤΟΥ ΕΜΠΡΟΣ
Θεσσαλονίκη, 9 Απριλίου (εμμέσως). Περί της επιθέσεως του τουρκικού στρατού κατά του ελληνομακεδονικού σώματος υπό τον Στέφανον Μάλλιον παρά την Ζαγορίτσαιναν εγνώσθησαν αι εξής λεπτομέρειαι.
Δύο λόχοι στρατού επετέθησαν καταδιώκοντες το σώμα του Μάλλιου όπερ υπεχώρει προς το όρος της Κλεισούρας χωρίς να πυροβολήση. Η επίθεσις όμως των Τούρκων εγένετο σφοδρά και τότε το σώμα Μάλλιου μετά του σπεύσαντος προς βοήθειαν σώματος του Γκούτα μόλις έφθασεν εις σημείον ένθα ήσαν χιόνες ωχυρώθηκαν και απήντησαν διά σφοδροτάτου πυρός. Οι Τούρκοι μετά δίωρον μάχην υπεχώρησαν εις το δάσος των υπορειών αφήσαντες 15 νεκρούς και ίσους τραυματίας» [ΕΜΠΡΟΣ, 10.4.1905, σ. 4].
«ΤΑ ΕΝ ΖΑΓΟΡΙΤΣΑΝΗ
Η "Πολιτική Ανταπόκρισις" πληροφορείται εκ Κωνσταντινουπόλεως, ότι αι τουρκικαί αρχαί διενεργούσιν ανάκρισιν κατά του μητροπολίτου Καστορίας κ. Γερμανού Καραβαγγέλη, θεωρούντες αυτόν αίτιον της εν Ζαγοριτσάνη σφαγής. Οι ιατροί Αργυρόπουλος και Μενέλαος ετέθησαν υπό κράτησιν μίαν εβδομάδα διά την ανάκρισιν. Υπάρχουσι φόβοι συνενοχής και κατά του μητροπολίτου Σισανίου, όστις είχε μεταβή εις Καστορίαν ολίγον προ της σφαγής» [ΕΜΠΡΟΣ, 25.4.1905, σ. 3].
Σφαγή 1905 - Times
«11 Απριλίου (νέα ημερομηνία). Ένα επίσημο τηλεγράφημα από την Κωνσταντινούπολη αναφέρει ότι σύμφωνα με αποδεικτικά στοιχεία των χωρικών, ένα μεγάλο ελληνικό σώμα επιτέθηκε στο χωριό Ζαγκορίτσανη, κοντά στη Βλαχοκλεισούρα, την Παρασκευή και σκότωσε πάνω από 100 άτομα. Ο Καϊμακάμης της Καστοριάς αναχώρησε εκεί προς έρευνα, και για τον ίδιο λόγο ξεκίνησαν για εκεί οι πρόξενοι της Αυστρουγγαρίας και της Ρωσίας» [The Times, 12 Απριλίου 1905].
«Βιέννη 13 Απριλίου. Ένα επίσημο τηλεγράφημα από Κωνσταντινούπολη επιβεβαιώνει τις προηγούμενες εκθέσεις για την επίθεση που έγινε από ένα ελληνικό σώμα εναντίον του χωριού Ζαγκορίτσανη. Η έρευνα που πραγματοποιείται από τους προξένους της Αυστρουγγαρίας και της Ρωσίας δείχνει ότι 60 Βούλγαροι σκοτώθηκαν και πληγώθηκαν επτά, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών και των παιδιών. Δέκα σπίτια και άλλα δέκα κτήρια κάηκαν. Ιταλοί χωροφύλακες και αξιωματούχοι από την Καστοριά και τη Φλώρινα έχουν μεταβεί επί τόπου» [The Times, 15 Απριλίου 1905].
Σφαγή 1905 - Βάρδας
Απόσπασμα μερικώς κρυπτογραφημένης επιστολής του Γιώργου Τσόντου-Βάρδα, χωρίς ημερομηνία και παραλήπτη:
«Επωφελούμενος της αφίξεως και νέων σωμάτων εξ Ελλάδος ως και Καραβίτου, εσκέφθην να επιτεθώμεν κατά της Ζαγοριτσάνης, κέντρου σπουδαίου βουλγαρικού κατά τα μέρη ταύτα (πατρίς του Γιάνκωφ), όπερ καλούσιν οι Τούρκοι "Κιουτσούκ Σόφια", ήτοι μικρά Σόφια.
Πράγματι την πρωίαν της 25ης Μαρτίου αφού ελημεριάσαμεν εις τι πλησίον δάσος την προηγουμένην, πριν εξημερώση, εξεκινήσαμεν και εφθάσαμεν εις το χωρίον. Διηρέθημεν εις δύο τμήματα το μεν το δεξιόν υπό τον κ Μάλλιον, το δε αριστερόν υπ' εμέ. Εκυκλώσαμεν το χωρίον και άμα τη ημέρα ευρέθημεν εις τας πρώτας οικίας. Ήρχισεν η προσβολή κατά τούτων και διάρρηξις των θυρών προς σύλληψιν των κατοίκων, οίτινες ήρχισαν πυροβολούντες μετά των εντός κομιτών, ουδέποτε λειψάντων εκ του χωρίου αυτού.
Εφονεύθησαν πλέον των 60 ανδρών, κατά λάθος 2-3 γυναίκες, εν οις οι ιερείς, διδάσκαλος, διδασκάλισσα και μουχτάρης. Εκάησαν περί τας 20 οικίας, όπου οι εντός αντέστησαν επιμόνως.
Το γεγονός τούτο δεν γνωρίζω αν θα βλάψη διπλωματικώς, διότι κατά την επομένην αφίκοντο εκ Βιτολίων οι Πρόξενοι Ρωσίας και Αυστρίας, αλλ' έπρεπε τούτο να γίνη καθ' ότι πολύ ωφέλησε τον αγώνα μας διότι πανικός κατέλαβε τους Βουλγάρους οίτινες απήλθον εις τας πόλεις πανοικεί ή εκπατριζόμενοι, ενθουσιασμός δε τους ημετέρους και τους Τούρκους οίτινες εμίσουν ειδικώς την κωμόπολιν ταύτην (έχει περί τας 700 οικίας, αλλά κατά την επανάστασην προπέρυσιν, οι Τούρκοι την έκαυσαν και ήδη ολίγας οικίας έχει μεγάλας και καλώς ανοικοδομημένας).
Κατά το τέλος της πράξεως ενεφανίσθη απόσπασμα στρατιωτών όπερ ήρχισε να πυροβολεί, καίτοι δ' ολιγάριθμον επέμενε να μας παρακολουθή αποσυρομένους και ανερχομένους τας προς Β της Ζαγοριτσάνης κορυφάς του όρους Βίτσι. Μη υπάρχοντος όμως πλέον μέρους ηναγκάσθημεν ν' αμυνθώμεν κατά του ερχομένου εκ Καστορίας και κατά του εξελθόντος εκ Κλεισούρας, όπερ ετράπη εις άτακτον φυγήν πληγωθέντων 2-3 στρατιωτών. Η προσβολή αύτη του στρατού, ως πληροφορούμαι, ασφαλώς δεν παρεξηγήθη, τουναντίον εξετιμήθη η ανοχή ημών και κατεδικάσθη η επιμονή του τούρκου αξιωματικού, διότι ενώ ηδυνάμεθα να τους κατακερματίσωμεν δεν το επράξαμεν...
Έλαβον μέρος το σώμα του Μάλλιου όλον, και τα υπό τους οπλαρχηγούς Κούκουλον, Μπούλακαν, Ευάγ. Γαλλιανόν, Γ. Δικόνιμον, Ιωάν. Καραβίτην, Ιωάν. Πάτερον και Καούδην.
Κατά την συμπλοκήν μετά των τούρκων στρατιωτών, παραδειγματικόν θάρρος έδειξαν οι Μπούλακας, Κούκουλος, Δικόνημος, Βασ. Επισκοπάκης, Ευαγ. Νικολούδης, Ελ. Μπιλάλης, Εμμ. Γεωργιλάς, Εμμ. Σκουντρής και Γεώρ. Μιναδάκης ή Λιάπης.
Ουδείς των ημετέρων έπαθέ τι, ο Καραβίτης μόνον διετρυπήθη υπό σφαίρας εις τα ενδύματα παρά την κοιλίαν.
Μέχρι τούδε δεν εφάνη κίνησις στρατού εναντίον ημών, ένεκα της ανωτέρω πράξεως ως αναμένομεν, τι συμβαίνει δεν γνωρίζομεν. Οπωσδήποτε απεσύρθημεν και προφυλασσόμεθα, μόλις δε παρέλθη η πρώτη εντύπωσις θα διανεμηθώμεν εις τα διάφορα τμήματα και θα προσπαθήσωμεν να επωφεληθώμεν της αποθαρρύνσεως των Βουλγάρων» [Βάρδας Α, 97-98].
Σφαγή 1905 - Μακρής
«Στην Καλαμπάκα συναντήθηκα με τον Καπετάν Μάλιο, που ήταν αξιωματικός (ανθυπολοχαγός τότε, μα δε ζη πια) και ονομαζόταν Δούκας. Βαδίσαμε μαζί και από τον ίδιο δρόμο φτάσαμε στη Μονή Σισανίου, όπου ηύραμε και το Βάρδα. Εκεί έγινε σύσκεψις όλων των οπλαρχηγών κι αποφασίσαμε να πάμε να καταστρέψουμε τη Ζαγορίτσανη, κέντρο και φωλιά των Βουλγάρων και πατρίδα του περιβόητου αξιωματικού του βουλγαρικού στρατού Γιαγκώφ, που έδρασε και ως καπετάνιος.
Την 25η Μαρτίου του 1905, το βράδυ πήγαμε κει και περιεκυκλώσαμε το χωριό μαζί με τη συμμορία που ήταν μέσα. Το πρωί-πρωί όμως, μόλις πλησιάσαμε, μας ρίξανε από μέσα από τα σπίτια. Εμείς απαντήσαμε και βάλαμε φωτιά απ' όλες τις μεριές και το κάψαμε. Τότε σκοτώθηκαν εκατόν πενήντα πάνω-κάτω Βούλγαροι. Σε λίγο όμως έφτασε τουρκικός στρατός από την Κλεισούρα και την Καστοριά και άρχισε να μας ρίχνη απ' όλες τις μεριές. Εμείς τότε τραβηχτήκαμε προς το βουνό του Λεχόβου απ' όπου εξακολουθήσαμε να χτυπιόμαστε με το στρατό ως το βράδυ. Τη νύχτα φύγαμε προς τα χωριά Λόσνιτσα, Μπογατσικό και Αντριάνοβο, όλοι μαζί και κρυφτήκαμε στα διάφορα σπίτια, που μας φιλοξενούσαν για τέσσερις πέντε μέρες, ως που να πάψη η καταδίωξη του στρατού» [Μακρής 91-92].
Σφαγή 1905 - Καραβαγγέλης
«Επειδή στην πυρπόληση των μοναστηριών είχαν λάβει μέρος και πολλοί Βούλγαροι χωρικοί από τη Ζαγορίτσανη, ο Βάρδας απεφάσισε να τους τιμωρήση. Η Ζαγορίτσανη ήταν ένα χωριό από εξακόσια πάνω κάτω σπίτια βουλγαρικά και ελληνικά.
Στην εκκλησία, μια Κυριακή λειτουργούσαν οι Βούλγαροι, μια οι Έλληνες. Στο τέλος οι δικοί μας έμειναν μόνον εξήντα σπίτια κι αυτοί άρχισαν να δειλιούν. Ήταν οι χειρότεροι Βούλγαροι της επαρχίας μου. Όταν ο Βάρδας απεφάσισε την τιμωρία τους μου έγραφε και του έστειλα τα ονόματα των δικών μας, για να μην τους πειράξη. Την παραμονή λοιπόν της 25ης Μαρτίου του 1905, κρύφτηκε στο απέναντι του χωριού δάσος με τριακόσιους πάνω κάτω άντρες μεταξύ των οποίων ήταν κι ο καπετάν Καούδης, ο καπετάν Μακρής, ο καπετάν Μπούλακας, ένας ληστής Γαύδας με το παιδί του κι άλλοι πολλοί. Πρωί-πρωί μπαίνουν στο χωριό κι αρχίζει το τουφέκι. Όσους αντιστέκονται τους σκοτώνουν και βάζουν φωτιά στα σπίτια. Εκείνη τη μέρα σκοτώθηκαν εβδομήντα εννιά Βούλγαροι και δυστυχώς και μερικοί δικοί μας, σλαβόφωνοι μεν αλλά πολύτιμοι. Δικοί μας δεν σκοτώθηκαν πολλοί γιατί, εκτός που είχα δώσει εγώ κατάλογο των ονομάτων τους στο Βάρδα, κι οι ίδιοι εφρόντισαν να κρυφτούν, ενώ οι Βούλγαροι χτυπούσαν άγριοι, Πάνω όμως στην αναμπουμπούλα δεν ήταν εύκολο να ξεχωρίση κανείς τους Έλληνες από τους Βούλγαρους.
Στο μεταξύ φτάνει στρατός από την Καστοριά και σε λίγο κι άλλος από την Κλεισούρα. Άμα επλησίασε αρκετά ο στρατός εφώναξε στους αντάρτες "τεσλίμ" (παραδοθήτε). Οι δικοί μας όμως που είχαν πιάσει τα υψώματα, τραβούν μια μπαταριά κι αμέσως φεύγουν οι Τούρκοι. Το ίδιο και με το στρατό της Κλεισούρας. Έτσι οι δικοί μας έμειναν ελεύθεροι και σεργιάνιζαν σκοτώνοντας όλη μέρα στο χωριό. Μόλις το έμαθαν οι πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεων στο Μοναστήρι έσπευσαν αμέσως στη Ζαγορίτσανη. Εκεί το Βουλγαρικό Κομιτάτο είχε δώσει οδηγίες να λένε ότι όλη την καταστροφή την έφερα εγώ και ότι άκουγαν τον Βάρδα να φωνάζη "Σκοτώνετε Βουλγάρους. Γιατί μας πληρώνει ο Μητροπολίτης;" Οι πρόξενοι συγκινήθηκαν, γιατί ήταν και πολλές γυναίκες σκοτωμένες και γράφουν στους πρέσβεις της Κωνσταντινούπολης ότι ο αίτιος αυτής της καταστροφής είναι ο Μητροπολίτης της Καστοριάς και αυτοί κάνουν αμέσως διάβημα στο Σουλτάνο να με σηκώση από εκεί» [Καραβαγγέλης, 40-41].
Σφαγή 1905 - Γύπαρης
Από τα απομνημονεύματα του Παύλου Γύπαρη:
«Η επιχείρησις θα εξετελείτο υπό τας δυσκολοτέρας των συνθηκών καθότι, εκτός της χιόνος, η οποία ήτο παχύτατον στρώμα και εκείνης η οποία έπιπτεν, υπερήσπιζον την Ζαγορίτσανην 80 Βούλγαροι καλώς εξοπλισμένοι. Αυτή ήταν η Ζαγορίτσανη, την οποίαν απεφάσισαν οι εκδικηταί να κτυπήσουν αλύπητα την 25ην Μαρτίου του 1905. Ούτω, την 20ήν Μαρτίου συγκεντρωμένοι εγκατέλειπον την μονήν της Παναγίας του Σισανίου, ανήλθον εις το όρος και την επομένην κατήλθον εις την Λόσνιτσαν, όπου διέμειναν επί δύο ημέρας. Την εσπέραν της δευτέρας ημέρας, παραλαβόντες και τροφήν διά δύο ημέρας, εξεκίνησαν διά την Ζαγορίτσανη. Ήρχισε τότε να βρέχη. Από το Τσερίλοβον οι προσελθόντες οδηγοί ωδήγησαν αυτούς. Το σκότος ολοέν επυκνούτο. Αλλά επροχώρουν. Εις τον ουρανόν έτρεμον μικραί λάμψεις φωτίζουσαι αιφνιδίως και εκτυφλωτικώς τας χιονοσκεπείς ανωφέρειας.
Εβρόντα παρατεταμένως και συνεχώς και από καιρού εις καιρόν έτριζε σείων τα πέριξ ο ανίκητος κεραυνός. Αυτοί επροχώρουν, διήλθον επάνω από το Τσερίλοβον, αλλά δεν εσταμάτησαν, διήλθον πλησίον του Κομανίτσι, αλλά και αυτό το άφηκαν οπίσω. Εβάδισαν ούτω αργά, δι' όλης της νυχτός υπό ραγδαίαν βροχήν και επί της στιβαγμένης χιόνος. Περί τα εξημερώματα τέλος, εστάθησαν και ελημέριασαν εντός του δάσους κειμένου μεταξύ Κομανίτσης, Ζαγορίτσανης και Μπόμπιστας, έναντι της μονής των Αγίων Αναργύρων.
Εις το σημείον αυτό έφθασεν εις το λημέρι και ο καπετάν Καραβίτης. Οι εκδικηταί ενισχύθηκαν και από πενήντα οπλοφόρους Μακεδόνας, τους οποίους απέστειλαν οι πρόκριτοι των διαφόρων ελληνικών χωρίων, από τα οποία οι εκδικηταί εξορκίζοντο να προβούν εις παραδειγματικήν κατά της Ζαγοριτσάνης εκδίκησιν.
Οι εκδικηταί παρέμεινον εις τα κελλιά της κατεστραμμένης παρά των Βουλγάρων μονής των Αγίων Αναργύρων. Εκεί βρήκαν άσυλον μέχρι την πρωίαν της 25ης Μαρτίου.
Την πρωίαν της 25ης Μαρτίου ήρχισεν η πορεία προς την Ζαγορίτσανην. Ήτο η πρώτη φορά που ο αριθμός των 197 εκδικητών ήτο τόσον μεγάλος. Εβάδισαν με απόλυτον σιγήν. Ουδείς ωμίλει προς τον άλλον. Πάντες βουβοί και σχεδόν σκυθρωποί μετέβαινον να εκτελέσουν κάτι το οποίον σοβαροί λόγοι επέβαλον εις αυτούς. Ίσως η ανάγκη προς εκδίκησιν των αναρίθμητων εγκλημάτων, τα οποία η βουλγαρική αυτή φωλιά είχε προκαλέσει εις τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μακεδονίας, εξ ίσου όμως και η ανάγκη της εξουδετερώσεως του βουλγαρικού ορμητηρίου...
Ο Μάλλιος με τους άντρες του ορίσθη να καταλάβη το ανατολικόν μέρος της Ζαγορίτσανης, ο δε Βάρδας με τους ιδικούς του θα εισήρχοντο διά του δυτικού.
Διά να γίνη δε συγχρόνως η επίθεσις, απεφασίσθη ο σαπλπιγκτής, ο οποίος ακολουθούσε τον αρχηγόν Μάλλιον, όταν κριθή η κατάλληλος στιγμή, να σαλπίση. Ο γενναίος Καλογεράκης προσέθηκεν ότι με το σάλπισμα θα πιστεύσουν ότι έρχεται τουρκικός στρατός και θα σπεύσουν να κρύψουν τα όπλα των, γεγονός που θα απετέλει σπουδαίον πλεονέκτημα.
Όταν τα διάφορα ελληνομακεδονικά σώματα κατέλαβον τας θέσεις των υπό τον Μάλλιον και τον Βάρδα, ο Κουκουλάκης, ο Πούλακας, ο Κλειδής, ο Καούδης, ο Μακρής, ο Νικολούδης, ο Σκαλίδης, ο Δούκας και άλλοι, ως θύελλα επέπεσαν μεσ' την κωμόπολιν της Ζαγορίτσανης, αποφασισμένοι να δώσουν την πρέπουσα τιμωρίαν εις τους αδιορθώτους κομιτατζήδες της Ζαγορίτσανης
Οι κομιτατζήδες εξύπνησαν μέσα στην θύελλα και ήρχισαν να πυροβολούν από τα παράθυρα των οικιών. Οι εκδικηταί κυρίως εναντίον αυτών εστρέφοντο και διά να φέρουν αποτέλεσμα υπεχρεώνοντο να καίνε και τα οικήματα τα οποία είχον μεταβάλει οι κομιτατζήδες εις οχυρώματα.
Αυτά όλα απετέλουν την φρικαλέα εικόνα της Ζαγορίτσανης κατά την 25ην Μαρτίου του 1905. Αι λεπτομέρειαι φρικιαστικαί...
Μεταξύ των άλλων καπετανέων ήτο και ο γέρο-Γκούτας και ο καπετάν Κουτσούκης, ο οποίος έτρεχε πανταχού και έκανε το καθήκον του. Εις μίαν οικίαν εύρον οι εκδικηταί έναν Εβραίο και εφώναζε με στεντώρεια φωνή, ότι δεν είναι Βούλγαρος, αλλά δυστυχώς ουδείς ηνόησεν τ έλεγεν και εφονεύθη, και το παιδί του οποίου, παριστάμενο εις την σκηνήν, παρεφρόνησεν. Ούτω ο νεαρός Ιουδαίος ήρχησε να χορεύη τριγύρω εις το πτώμα του πατρός του, αλλά και αυτόν μία σφαίρα από ένα σπίτι το οποίον ήταν ακόμη κομιτατζήδες και έριχναν πυροβολισμούς, μια σφαίρα έρριξε και τον νεαρό Ιουδαίο επάνω εις το πτώμα του πατρός του» [Βακαλόπουλος Β, 126-127 και Καραβίτης, 230, 242-243].
Πατήστε ΕΔΩ για συνέχεια...